Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου
«Όταν λοιπόν έλθει ο Υιός του ανθρώπου με όλη τη δόξα του Πατρός Του και όλοι οι άγγελοι μαζί Του, τότε θα καθίσει στον θρόνο της δόξας Του και θα χωρίσει τα πρόβατα από τα ερίφια και τους μεν πρώτους θα τους επιδοκιμάσει, διότι όταν πεινούσε τον έθρεψαν, όταν διψούσε τον πότισαν, όταν ήταν ξένος τον περιμάζεψαν, όταν ήταν γυμνός τον έντυσαν, όταν ήταν ασθενής τον επισκέφτηκαν και όταν βρισκόταν στη φυλακή πήγαν και τον είδαν, και θα δώσει τη βασιλεία Του σε αυτούς. Τους άλλους δε οι οποίοι έκαναν τα αντίθετα, θα τους αποδοκιμάσει και θα τους στείλει στο αιώνιο πυρ, που είναι ετοιμασμένο για τον διάβολο και τους αγγέλους του».
Την περικοπή αυτή τη γλυκύτατη, στην οποία δεν παραλείπουμε διαρκώς να επανερχόμαστε, και με την οποία, ως τελευταία, πολύ ορθώς ολοκληρώνεται ο λόγος, ας την ακούσουμε τώρα με κάθε προσοχή και κατάνυξη μεγάλη· διότι σ’ αυτήν γίνεται πολύς λόγος για τη φιλανθρωπία και την ελεημοσύνη. Για το θέμα αυτό και προηγουμένως μίλησε γι’ αυτή με διάφορους τρόπους, ενώ εδώ ομιλεί σαφέστερα και εμφαντικότερα, καθώς δεν παρουσιάζει εδώ δύο ή τρία ή πέντε πρόσωπα, αλλά ολόκληρη την οικουμένη. Μολονότι στην πραγματικότητα, και οι προηγούμενες περικοπές, οι οποίες ανέφεραν δύο πρόσωπα, δεν εννοούσαν ακριβώς δύο μόνο, αλλά δύο κατηγορίες ανθρώπων, όσους παρακούουν στις θείες εντολές και όσους υπακούουν.
Αλλά εδώ χρησιμοποιεί τον λόγο πιο φρικώδη και διαυγή. Γι’ αυτό και δεν λέγει τη συνήθη φράση: «η Βασιλεία ομοιάζει», αλλά ολοφάνερα πλέον παρουσιάζει τον εαυτό Του, λέγοντας «Ὃταν δὲ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ (:Όταν έρθει ο Υιός του ανθρώπου με όλη τη δόξα Του)»[Ματθ.25,31]· διότι τώρα ήρθε περιφρονημένος, ήλθε μέσα σε ύβρεις και προσβολές. Τότε όμως θα κάθεται στον θρόνο της δόξας Του. Και μάλιστα μνημονεύει αδιάκοπα τη δόξα Του. Επειδή πλησίαζε ο καιρός της Σταύρωσης, η οποία εθεωρείτο ατιμωτική, γι’ αυτό ενισχύει τον ακροατή και φέρνει μπροστά στα μάτια του το δικαστήριο και στήνει γύρω από αυτό ολόκληρη την οικουμένη. Και δεν κάνει τον λόγο τρομερό μόνο με τον τρόπο αυτό, αλλά και με το να παρουσιάζει τους ουρανούς να αδειάζουν· γιατί θα είναι μαζί Του όλοι οι άγγελοι, λέγει, για να μαρτυρούν πόσες υπηρεσίες πρόσφεραν σαν απεσταλμένοι του Δεσπότου για τη σωτηρία των ανθρώπων. Αλλά και από κάθε άποψη θα προκαλεί τρόμο η ημέρα τότε εκείνη.
Έπειτα λέγει: «Συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη (:Θα συναχθούν μπροστά Του όλα τα έθνη)», δηλαδή ολόκληρο το ανθρώπινο γένος· «καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ᾿ ἀλλήλων ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων(:και θα τους χωρίσει τον ένα από τον άλλο, όπως ο βοσκός χωρίζει τα πρόβατα από τα ερίφια)»[Ματθ.25,32]· διότι τώρα δεν είναι χωρισμένοι, αλλά όλοι μαζί ανακατεμένοι, ενώ τότε θα γίνει ο χωρισμός με κάθε ακρίβεια.Στην αρχή λοιπόν τους τοποθετεί χωριστά και τους αποκαλύπτει από τον τόπο στον οποίο τους τοποθετεί, τους δικαίους δηλαδή στα δεξιά Του και τους ασεβείς στα αριστερά Του. Έπειτα όμως δείχνει τον χαρακτήρα και τη διαγωγή του καθενός με το όνομα που τους δίνει: τη μια κατηγορία την ονομάζει «ερίφια», την άλλη «πρόβατα», για να δείξει πόσο άκαρποι είναι οι πρώτοι –γιατί κανένα όφελος δεν μπορεί να προέλθει από τα ερίφια- και πόσο μεγάλη καρποφορία επέφεραν κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής τους οι άλλοι- γιατί είναι μεγάλο το εισόδημα των προβάτων, μαλλί και γάλα και μικρά, που δεν μπορεί το ερίφι να δώσει. Τα ζώα όμως, τα οποία δεν έχουν λογικό, είναι από τη φύση τους αποδοτικά ή μη, ενώ οι άνθρωποι από την ελεύθερη προαίρεσή τους και γι’ αυτό άλλοι τιμωρούνται κι άλλοι στεφανώνονται.
Και δεν τους επιβάλλει τιμωρία νωρίτερα, παρά μέχρις ότου τους κρίνει ως δικαστής. Και αφού τους στήσει απέναντί Του, απαριθμεί τις αξιόποινες πράξεις τους. Αυτοί βέβαια μιλούν με ήπιο τόνο στη φωνή τους, αλλά κανένα όφελος δεν τους απομένει πια. Πολύ εύλογα, γιατί περιφρόνησαν ένα τόσο αξιοπρόσεκτο πράγμα, για το οποίο έπρεπε με κάθε τρόπο να φροντίζουν. Γιατί και οι προφήτες παντού και πάντοτε έλεγαν: «Ἒλεος θέλω καὶ οὐ θυσίαν (:Ευσπλαχνία απέναντι στους συνανθρώπους σας θέλω και όχι τυπικές θυσίες)»[Ωσηέ, 6,6]. Και ο νομοθέτης σ’ αυτό [δηλαδή στην ελεημοσύνη] τους παρακινούσε με κάθε τρόπο, και με λόγια και με έργα. Και η ίδια η φύση αυτό μας υπεδείκνυε.
Πρόσεξε επίσης ότι αυτοί δεν έχουν να παρουσιάσουν μόνο ένα και δύο καλά έργα, αλλά κανένα καλό έργο· διότι όχι μόνο δεν Του έδωσαν τροφή όταν πεινούσε, αλλά ούτε και Τον έντυσαν όταν ήταν γυμνός· δεν έκαναν όμως ούτε το ελαφρότερο, μια επίσκεψη δηλαδή όταν ήταν άρρωστος. Πρόσεξε πόσο ελαφρά καθήκοντα εντέλλεται. Δεν είπε: «Ήμουν στη φυλακή και με αποφυλακίσατε, άρρωστος και με κάνατε υγιή», αλλά «με επισκεφτήκατε και ήρθατε σε μένα». Αλλά ούτε και ως προς την πείνα ήταν βαρύ και δύσκολο αυτό που παράγγελνε. Δεν ζητούσε πλούσιο τραπέζι, αλλά μόνο την αναγκαία τροφή και μάλιστα με τη μορφή ενός αξιολύπητου ικέτη.
Ώστε όλα ήσαν αρκετά για να τους καταδικάσουν: το εύκολο πράγμα που ζητούσε: λίγο ψωμί· η αξιολύπητη όψη εκείνου που το ζητούσε: ήταν φτωχός· η συμπάθεια της κοινής φύσης Του με αυτούς, αφού ήταν άνθρωπος· η περιπόθητη υπόσχεση : υποσχέθηκε τη Βασιλεία· η φοβερή τιμωρία: απειλούσε με τη γέεννα του πυρός· το αξίωμα Εκείνου που τα δεχόταν: ήταν Θεός αυτός που λάμβανε την ελεημοσύνη, μέσω των φτωχών· η υπερβολική τιμή: έκρινε ότι άξιζε να ταπεινωθεί τόσο· το δίκαιο της χορηγήσεως: έπαιρνε από τα δικά Του.
Απέναντι σε όλα αυτά, η φιλαργυρία έκαμε τυφλά καθ’ ολοκληρίαν τα θύματά της και αυτό ενώ επικρεμόταν τόσο μεγάλη απειλή. Γιατί και πιο πάνω λέγει ότι αυτοί που δε δέχονται να βοηθήσουν όσους έχουν ανάγκη, θα πάθουν χειρότερα από τους κατοίκους των Σοδόμων[βλ.Ματθ.10,15: «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀνεκτότερον ἔσται γῇ Σοδόμων καὶ Γομόῤῥας ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως ἢ τῇ πόλει ἐκείνῃ(:Σας διαβεβαιώνω ότι περισσότερο επιεικής θα είναι η τιμωρία, κατά τη μεγάλη εκείνη ημέρα της κρίσεως, για τους κατοίκους της χώρας των Σοδόμων και Γομόρρας, παρά για τους κατοίκους της πόλεως εκείνης, που αρνήθηκε να σας δεχθεί)»].
Και εδώ επαναλαμβάνει: «Ἐφ᾿ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε(:Αληθινά σας λέω, καθετί που δεν κάνατε σ’ έναν απ’ αυτούς που ο κόσμος θεωρούσε πολύ μικρούς, ούτε σε μένα το κάνατε)». Τους ονομάζει «αδελφούς Του»; Και πώς τους αποκαλεί «ἐλαχίστους»; Γι’ αυτό ακριβώς είναι αδελφοί του Κυρίου Ιησού Χριστού, επειδή είναι ταπεινοί, επειδή είναι φτωχοί, επειδή είναι περιφρονημένοι. Διότι αυτούς κατεξοχήν τους ανθρώπους καλεί να τους κάμει αδελφούς Του, τους αφανείς, τους ευκολοκαταφρόνητους· δεν εννοεί εδώ μόνο τους μοναχούς και όσους έχουν καταφύγει στα βουνά ως ασκητές, αλλά κάθε πιστό. Έστω κι αν είναι κοσμικός· εφόσον όμως είναι πεινασμένος και νηστικός και γυμνός και ξένος, ο Κύριος επιθυμεί να απολαύσει ένας τέτοιος στερημένος άνθρωπος όλη τη φροντίδα μας· διότι αδελφό μας τον κάνει το βάπτισμα και η κοινωνία των θείων μυστηρίων.
Έπειτα, για να δεις και από άλλη πλευρά το δίκαιον της αποφάσεως, προηγουμένως εκείνους επαινεί, αυτούς που έχουν κατορθώσει τα αγαθά έργα και λέει: «∆εῦτε, οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν πρὸ καταβολῆς κόσμου. Ἐπείνασα γὰρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν(:Ελάτε σεις οι ευλογημένοι του Πατρός μου και κληρονομείστε την βασιλεία των ουρανών, η οποία έχει ετοιμαστεί για σας από τότε που θεμελιωνόταν ο κόσμος. Διότι πείνασα και μου δώσατε να φάω…)», και όλα τα παρακάτω.
Για να μην ισχυρίζονται ότι τάχα «δεν είχαμε για να ελεήσουμε», τους καταδικάζει μετά από σύγκριση με τους συνανθρώπους τους· όπως ακριβώς καταδίκασε τις μωρές και αμελείς παρθένες κατόπιν συγκρίσεως με τις άλλες, τις φρόνιμες και συνετές παρθένες(Ματθ.25,1-13),και τον δούλο που μεθούσε και έτρωγε σε υπερβολικό βαθμό εν συγκρίσει με τον πιστό δούλο(Ματθ.24,45-51), και αυτόν που έκρυψε το τάλαντο, εν αντιθέσει με εκείνον που πρόσφερε δύο τάλαντα (Ματθ. 25,14-30) και τον καθένα που αμαρτάνει συγκριτικά προς όσους έχουν επιτύχει να κάνουν θεάρεστα έργα.
Και άλλοτε η σύγκριση αυτή γίνεται μεταξύ ίσων, όπως στην περίπτωση αυτή και των παρθένων, άλλοτε πάλι είναι γίνεται από το περίσσευμα, όπως όταν λέει: «Ἄνδρες Νινευῖται ἀναστήσονται ἐν τῇ κρίσει μετὰ τῆς γενεᾶς ταύτης καὶ κατακρινοῦσιν αὐτήν, ὅτι μετενόησαν εἰς τὸ κήρυγμα Ἰωνᾶ, καὶ ἰδοὺ πλεῖον Ἰωνᾶ ὧδε. βασίλισσα νότου ἐγερθήσεται ἐν τῇ κρίσει μετὰ τῆς γενεᾶς ταύτης καὶ κατακρινεῖ αὐτήν, ὅτι ἦλθεν ἐκ τῶν περάτων τῆς γῆς ἀκοῦσαι τὴν σοφίαν Σολομῶνος, καὶ ἰδοὺ πλεῖον Σολομῶνος ὧδε(:Οι Νινευίτες θα αναστηθούν στην τελική κρίση μαζί με τη γενιά αυτή και θα την κατακρίνουν· διότι εκείνοι, αν και ήταν αλλοεθνείς και ειδωλολάτρες, μετανόησαν στο κήρυγμα του Ιωνά, ο οποίος ήταν ξένος και δεν έκανε κανένα θαύμα σε αυτούς. Και να, εδώ πολύ περισσότερα συντελούν στο να γίνει δεκτό το δικό Μου κήρυγμα από όσα συντελούν στο κήρυγμα του Ιωνά· διότι πριν από Εμένα οι προφήτες σάς γνωστοποίησαν τον αληθινό Θεό και σας προανήγγειλαν την έλευσή μου˙ κι εγώ τόσο καιρό σας κηρύττω και σας αποδεικνύω με θαύματα καταπληκτικά ότι δεν είμαι απλός προφήτης. Η βασίλισσα της νοτιοδυτικής Αραβίας, της χώρας Σαβά, θα αναστηθεί την ώρα της τελικής κρίσεως μαζί με τη γενιά αυτή και θα την κατακρίνει. Διότι η βασίλισσα αυτή ήλθε από την άκρη του κόσμου για να ακούσει τη σοφία του Σολομώντος, ενώ ήταν γυναίκα και δεν γνώριζε τον αληθινό Θεό. Και να, εδώ πρόκειται για κάτι ανώτερο από τον Σολομώντα, αφού εγώ δεν είμαι απλώς σοφός, όπως ήταν εκείνος, αλλά είμαι η ίδια η ενσάρκωση της Θείας Σοφίας)» [Ματθ. 12,41-42].
Και πάλι για τη σύγκριση μεταξύ ίσων, λέγει: «Διὰ τοῦτο αὐτοὶ κριταὶ ἔσονται ὑμῶν(:Γι’ αυτό εκείνοι τους οποίους δεν κατηγορείτε, αλλά αφήνετε ελεύθερα να εξορκίζουν, θα είναι δικαστές, οι οποίοι θα καταδικάσουν την υποκρισία και το φθόνο σας)»[Ματθ.12,27]· ενώ για τη σύγκριση από το ανώτερο, λέγει: «Οὐκ οἴδατε ὅτι ἀγγέλους κρινοῦμεν; μήτιγε βιωτικά;(:Δεν γνωρίζετε, ότι εμείς οι πιστοί θα δικάσουμε και αυτούς ακόμα τους πονηρούς αγγέλους που έπεσαν, τον διάβολο και τα πονηρά πνεύματα; Και δεν είμαστε, λοιπόν, ικανοί να διακρίνουμε και να αποδώσουμε το δίκαιο σε υποθέσεις που σχετίζονται με την επίγειο ζωή μας;)»[Α΄Κορ.6,3].
Και σε αυτήν την περικοπή βέβαια η σύγκριση γίνεται μεταξύ ίσων, διότι συγκρίνει πλούσιους με πλούσιους, και φτωχούς με φτωχούς. Αποδεικνύει επίσης ότι η καταδικαστική απόφαση εκδίδεται δικαίως όχι μόνο από αυτό, από το ότι δηλαδή οι συνάνθρωποί τους το έχουν κατορθώσει αυτό, αν και ήσαν στην ίδια κατάσταση, αλλά και από το ότι δεν υπάκουσαν ούτε σε αυτά, στα οποία η φτώχεια δεν ήταν καθόλου εμπόδιο· όπως, για παράδειγμα, το να δώσουν νερό στον διψασμένο, να δουν τον φυλακισμένο, να επισκεφθούν τον άρρωστο.
Αφού λοιπόν έπλεξε το εγκώμιο των δικαίων, δείχνει πόσο η αγάπη και η στοργή Του γι’ αυτούς προερχόταν από ψηλά. «Ελάτε», τους λέει, «οι ευλογημένοι από τον Πατέρα μου, κληρονομήσετε την βασιλεία που είναι ετοιμασμένη για σας από τον καιρό της δημιουργίας του κόσμου». Με πόσα αγαθά είναι ισάξιος ο χαρακτηρισμός αυτός, ότι είναι ευλογημένοι και μάλιστα ευλογημένοι από τον Πατέρα! Και από πού αξιώθηκαν τόσο μεγάλη τιμή; «Πείνασα και μου δώσατε φαγητό, δίψασα και μου δώσατε νερό» και τα εξής. Πόση τιμή και πόση μακαριότητα δεν αξίζουν αυτά τα λόγια; Και δεν τους είπε: «πάρετε», αλλά «κληρονομήστε», ως οικεία, ως πατρικά, ως δικά σας, ως οφειλόμενα σε σας από τον ουρανό. «Προτού γεννηθείτε εσείς», λέγει, «αυτά είχαν ετοιμαστεί και ευπρεπιστεί για χάρη σας, επειδή γνώριζα ότι θα είστε τέτοιοι δίκαιοι και αγαθοί άνθρωποι». Και σαν αμοιβή ποιων πράξεων λαμβάνουν τόσα αγαθά; Είναι αμοιβή παροχής φιλοξενίας, ενδύματος, ψωμιού, νερού δροσερού, επισκέψεως, εισόδου στη φυλακή. Ό,τι δηλαδή ήταν αναγκαίο σε κάθε περίσταση. Υπάρχουν επίσης και περιπτώσεις, κατά τις οποίες ούτε ανάγκη δεν υπήρχε· διότι βέβαια, όπως είπα, ο φυλακισμένος και ο ταλαιπωρημένος από την αρρώστιά του και δεν επιζητεί αυτό μονάχα, αλλά ο ένας να αποφυλακισθεί και ο άλλος να απαλλαγεί από την ασθένειά του. Αλλά Εκείνος, επειδή είναι πράος και συγκαταβατικός, ζητεί μόνο όσα έχουμε τη δυνατότητα να πράξουμε· ή μάλλον και λιγότερα από όσα μπορούμε να υλοποιήσουμε, αφήνοντας σε εμάς να φιλοτιμηθούμε για περισσότερα.
Στους άλλους, όμως, λέγει: «Πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι(:Φύγετε μακριά από εμένα εσείς που από τα έργα σας γίνατε καταραμένοι)»- όχι βέβαια από τον Πατέρα· διότι δεν τους καταράστηκε Εκείνος, αλλά τα ίδια τους τα έργα- «εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ(:στο πυρ το αιώνιο, που έχει ετοιμασθεί για το διάβολο και τους αγγέλους του)»· καθώς όταν μιλούσε για τη Βασιλεία, λέγοντας: «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε την βασιλείαν»(: Ελάτε εσείς που είστε ευλογημένοι από τον Πατέρα μου, κληρονομήστε τη βασιλεία)», πρόσθεσε: «τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου (:που έχει ετοιμαστεί για σας από τότε που θεμελιωνόταν ο κόσμος)». Όταν όμως ομιλεί περί του πυρός δεν λέγει το ίδιο, αλλά «τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ(:που έχει ετοιμαστεί για τον διάβολο και τους πονηρούς αγγέλους του)». «Επειδή όμως εσείς οι ίδιοι περιελάβατε μέσα σ’ αυτό το αιώνιο πυρ και τους εαυτούς σας με τις επιλογές που κάνατε κατά τη διάρκεια της ζωής σας, εσείς φέρετε όλη την ευθύνη που θα βρεθείτε εκεί και τον εαυτό σας να κατηγορείτε».
Όχι μόνο μάλιστα με αυτά, αλλά και με όσα λέγει παρακάτω, σαν να απολογείται τρόπον τινά σε αυτούς, εκθέτει και τις αιτίες, «διότι πείνασα και δεν μου δώσατε να φάω» και τα εξής· διότι έστω και αν ήταν εχθρός που προσήλθε και ζητούσε βοήθεια, δεν θα ήταν αρκετά τα παθήματά του, η πείνα, το ψύχος, τα δεσμά, η γύμνια, η αρρώστια, το γεγονός ότι περιπλανιέται άστεγος παντού, να κινήσουν σε οίκτο και να λυγίσουν αυτόν τον άσπλαχνο άνθρωπο; Διότι αυτά είναι σε θέση και την έχθρα να σταματήσουν. «Αλλ’ όμως εσείς ούτε στον φίλο δεν κάνατε αυτά, ο οποίος και φίλος ήταν, αλλά και ευεργέτης και Κύριος». Και σκύλο εάν δούμε να πεινάει, πολλές φορές λυγίζουμε και τον ταΐζουμε· και άγριο ζώο ακόμα εάν δούμε, πάλι καμπτόμαστε· εσύ λοιπόν βλέποντας τον Δεσπότη δεν κάμπτεσαι; Και πώς να θεωρούνται αυτά άξια για απολογία;
Διότι, εάν ήταν μόνο του αυτό το καλό που θα έκανες, δεν θα ήταν αρκετό για ανάλογη ανταμοιβή; Και δεν αναφέρω και το να ακούσεις μια τέτοια φωνή μπροστά σε ολόκληρη την οικουμένη από Εκείνον που κάθεται στον θρόνο του Πατρός Του και να κερδίσεις την Βασιλεία· αυτό όμως το ίδιο το γεγονός ότι εργάστηκες τόσες καλές πράξεις δεν είναι αρκετό για ανταμοιβή; Τώρα λοιπόν και ενώ είναι παρούσα όλη η οικούμενη και ενώ αποκαλύπτεται η απόρρητη εκείνη Δόξα, σε ανακηρύσσει και σε στεφανώνει και σε αναγνωρίζει ως τον κατεξοχήν τροφέα και ξενοδόχο· και δεν ντρέπεται όταν τα λέγει αυτά, για να σου κάνει λαμπρότερο το στεφάνι σου. Για τον λόγο λοιπόν αυτόν και από τη μία πλευρά, οι σκληρόκαρδοι και ανελεήμονες δικαίως τιμωρούνται και, από την άλλη, οι φιλάνθρωποι και ελεήμονες στεφανώνονται κατά χάριν· διότι και αν ακόμη έχουν διαπράξει αναρίθμητα καλά, πάλι κατά χάριν γίνεται η τιμητική διάκριση, αφού αντί τόσο μικρών και ευτελών πραγμάτων, τους παρέχεται τόσος ουρανός και βασιλεία και τέτοια μεγάλη τιμή.
Τα αιώνια λοιπόν αγαθά είθε να αποκτήσουμε με αυτόν τον τρόπο και εμείς, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δοξολογία και η δύναμη στους αιώνες. Αμήν.