Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου
Η μελέτη του αγιοπατερικού λόγου, του θεόπνευστου, θεοκίνητου και θεοστάλακτου, φωτίζει, διδάσκει, ευφραίνει και διασαφηνίζει λεπτά θέματα, που πάντα απασχολούν τον άνθρωπο. Ιδιαίτερα τα κείμενα των αγίων Τριών Ιεραρχών, των οποίων τη μνήμη εορτάζουμε σήμερα, προστατών των ελληνικών γραμμάτων, περιέχουν την πλέον υγιή διδασκαλία, διακρίνονται για την υπέροχη σοφία τους, την πληρότητα, τη σαφήνεια και συνάμα την απλότητα και φιλοκαλία τους.
Θέλησα στην εφετεινή μνήμη των μεγάλων οικουμενικών διδασκάλων να μιλήσω για την ορθή αγωγή των τέκνων βάσει των έργων των σπουδαίων αυτών παιδαγωγών. Δεν θα προσπαθήσω να πρωτοτυπήσω, γιατί σίγουρα θ’ αποτύχω. Θα περιορισθώ στα ουσιώδη κείμενα των τριών αγίων μας και οι αναλύσεις μου θα είναι σύντομες. Δεν θα θελήσω να κάνω τον δάσκαλο σε δασκάλους, γιατί δεν είμαι τόσο υπερήφανος. Θα ευχαριστήσω ξανά όσους σκέφθηκαν να με καλέσουν. Παρακαλώ να είσθε συγκαταβατικοί μαζί τους για την πρόσκλησή τους.
Είναι πιστεύω σε όλους σας αρκετά γνωστό τ’ ότι η αγωγή των τέκνων θα πρέπει πάντα ν’ αποτελεί πρώτο μέλημα των γονέων, των δασκάλων όλων των βαθμίδων και της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας. Η προκοπή μιας κοινωνίας εξαρτάται σίγουρα από την πνευματική της ωριμότητα. Στην εποχή μας η παιδεία παρέχεται στις τρεις βαθμίδες εκπαιδεύσεως. Πολλοί είναι γεγονός πως αγωνιούν φιλότιμα πολύ για την παιδεία των νέων. Νομίζουμε όμως πως σήμερα συχνά δεν παρέχεται η παιδεία με τ’ αγνά στοιχεία της ελληνορθόδοξης παράδοσης και της αγωγής ενός ήθους και ύφους ανώτερου, ιδιαίτερου, σπάνιου και σημαντικού.
Ένας αξιοπρόσεκτος, αξιοσέβαστος και αξιότιμος διαμορφωτής της χριστιανικής αγωγής είναι ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο οποίος σ’ ένα λόγο του περί κενοδοξίας, μιλά για την ανατροφή που θα πρέπει να δώσουν οι γονείς στα τέκνα τους από μικρά, ώστε ν’ αγαπήσουν θερμά την αρετή από νωρίς και να πολεμήσουν την κακία. Να προτιμήσουν τη φιλοθεΐα, φιλανθρωπία και φιλαδελφία από τη φιλοχρηματία, φιλοδοξία και φιληδονία. Η αγωγή αυτή κατά τον ιερό Χρυσόστομο θα πρέπει να δοθεί διακριτικά από την προσχολική ηλικία ακόμη, κάτι που βέβαια υποστηρίζουν και οι σύγχρονοι παιδαγωγοί. Κατά τον σοφώτατο Μ. Βασίλειο η πρώτη επταετία της ζωής του ανθρώπου είναι ιδιαίτερα σημαντική για την κατοπινή πορεία του από την αγωγή που λαμβάνει. Κατά τον θείο Χρυσόστομο η αγωγή των τέκνων δεν θα πρέπει να εξαντλείται στην εκμάθηση γραμμάτων και τεχνών αλλά στον στολισμό της φιλάρετης ψυχής με τη θεοσέβεια. Αυτό επιμένει θα κατορθωθεί όσο η ψυχή είναι εύπλαστη και μπορεί να διαμορφωθεί κι εμπνευσθεί κατάλληλα.
Η σύγχρονη παιδαγωγική συντάσσεται με τη χρυσοστόμεια γραμμή τονίζοντας ότι κυρίως οι γονείς είναι εκείνοι που περισσότερο επηρεάζουν τα παιδιά τους στην απέναντί τους στάση και συμπεριφορά, αλλά και στο σχολείο και γενικά στην κοινωνία. «Η οικογένεια θα δράσει προστατευτικά και μορφωτικά. Θα λειτουργήσει ως βιολογικό και υλικό περιβάλλον, αλλά προπάντων ως γνήσιο ψυχοκοινωνικό και πολιτιστικό περιβάλλον. Στους κόλπους της μικρής αυτής ανθρώπινης κοινωνίας το παιδί θα μάθει πολλά και θα εισαχθεί φυσιολογικά και αβίαστα στη ζωή. Τα πρότυπα συμπεριφοράς, που διαρκώς έχει μπροστά του το παιδί, με τη δυναμική παρουσία, το κύρος που διαθέτουν, τις γνώσεις που κατέχουν, τη συναισθηματική τους ωριμότητα και την προστατευτική τους στάση συμβάλλουν στην ανάπτυξη του παιδιού και την προοδευτική του μύηση στην αυτόνομη ζωή» (Γεώργιος Κρασανάκης).
Συνιστάται στους γονείς ότι καλύτερα είναι να προλαβαίνουν το κακό παρά εκ των υστέρων να το διορθώνουν. Το πρότυπο και το παράδειγμα είναι ο Χριστός. «Αυτό το παράδειγμα είναι για τους φιλόθεους γονείς “υφάδι και στημόνι”, διότι το σύγχρονο πνεύμα που επικρατεί επιβάλλει με τον τρόπο του την εκκοσμίκευση, τον καταναλωτισμό, τη λατρεία της κτίσεως. Η προβολή του θεανθρώπου ως μοναδικού προτύπου ήθους και η αποδοχή του από το παιδί, είναι η βάση επάνω στην οποία θα οικοδομηθεί όλο το πνευματικό οικοδόμημα» (Απόστολος Μπουρνέλης).
Ο μεγάλος παιδαγωγός και όντως Χρυσόστομος τονίζει τη μεγάλη ευθύνη των γονέων στην καλή διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους. Η υπευθυνότητα των γονέων, κύρια το παράδειγμά τους, θα κάνουν και τα παιδιά τους υπεύθυνα και ειλικρινή, ελεύθερα και τίμια. Υποστηρίζει τον διακριτικό έπαινο κι έλεγχο. Αναφέρεται στην επίπληξη και την επιείκεια και στην αποφυγή λαθών από τους γονείς στην ανατροφή των αγαπητών τέκνων τους. Θα συνδράμουν στο έργο τους οι ταπεινές, καθαρές και θερμές προσευχές.
Ιδιαίτερη προσοχή ο Χρυσόστομος δίνει στη γλώσσα. Το παιδί από μικρό να μάθει να την κινεί λέγοντας λόγια αληθινά, σεμνά, δίκαια, αγνά και ωραία, και κατά τον Απόστολο Παύλο, που τον υπεραγαπούσε, κι όχι υβριστικά, χλευαστικά, βλάσφημα κι αισχρά. Να μάθει το παιδί να μην ορκίζεται, να μη φιλονικεί και θυμώνει. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέγει σ’ ένα του ποίημα πως δεν υπάρχει τίποτε χειρότερο από τον όρκο. Ο άρτιος κηδεμόνας θα μεταδώσει την κατάσταση της ηρεμίας, ηπιότητος και πραότητος που ζει ο ίδιος. Ακόμη και η σε έσχατη ανάγκη να χρησιμοποιηθεί τιμωρία θα πρέπει να προέρχεται όχι από οργή κι εκδικητικότητα αλλά από αγάπη προς σωφρονισμό και διόρθωση. Η σκληροκαρδία του τιμωρούντος κατά τον άγιο είναι αφροσύνη, που σε άλλο λόγο του θα πει πως εμείς όταν αναγκαζόμεθα να τιμωρήσουμε κάποιον πονάμε πιο πολύ από εκείνο. Στην παροχή αγωγής παρουσιάζει με σεβασμό και αγάπη τα πρόσωπα της μητέρας και του δασκάλου.
Προσοχή ο θείος πατήρ δίνει και στην ακοή. Έχει σημασία με τι ακούσματα μεγαλώνουν τα παιδιά. Προτιμότερη είναι η αγιογραφική αλήθεια από τη μυθολογία και το ψέμα. Η ακρόασή αγαθών λόγων κι εναρέτων πράξεων διαπαιδαγωγούν άριστα, μορφώνουν ήθος, δίνουν πραγματική ψυχαγωγία. Επιμένει στην πρόθυμη και προσεχτική ακρόαση θείων λόγων και μάλιστα στο ναό, με τη συμμετοχή τους στη θεία λατρεία. Ο Μ. Βασίλειος στους Ασκητικούς του Λόγους παρόμοια θα προείπει: «Μην αφήνεις τ’ αυτιά σου ν’ ακούν τα πάντα απ’ όσα λέγονται και μη συμμετέχεις σε συνομιλίες που σε απομακρύνουν από την πνευματική σου εργασία. Γίνε αγαθών διδαγμάτων ακροατής κι αυτά να μελετάς και να φυλάγεις στην καρδιά σου. Φύλαγε τ’ αυτιά σου από κοσμικές κουβέντες, για να μη λερώσεις την ψυχή σου».
Στο θέμα της αγωγής ο ιερός πατήρ δικαιολογημένα εντάσσει και το της ονοματοδοσίας. Τ’ όνομα του αγίου που φέρουμε από τη βάπτιση να προσανατολίζει τους νέους στην αρετή, σε μια συνεχή άθληση, στην απόκτηση νοήματος και οράματος της ζωής. Είναι υπέρ της σκληραγωγίας και κατά της μαλθακότητος που μπορεί να φέρει θηλυπρέπεια και οκνηρία.
Επίσης συστήνει τη φυσική άσκηση του σώματος, που οδηγεί στην αρετή. Η άσκηση είναι άθληση που συντείνει στην εγρήγορση. Τ’ άσεμνα θεάματα, πάλι λέγει, διεγείρουν την εσωτερική φωτιά του σώματος και ύστερα είναι δύσκολο να συγκρατηθούν οι νέοι ιδιαίτερα. Αντίθετα τα καλά θεάματα ωφελούν. Σε μία χρυσοστόμεια ομιλία στο κατά Ματθαίο Ευαγγέλιο παρουσιάζεται εναλλακτική λύση στους γονείς που δεν θα πρέπει νάναι με συνεχείς αυστηρές απαγορεύσεις: Αν θέλεις να ψυχαγωγηθείς, βάδιζε στα δάση, παρά τους ποταμούς και τις λίμνες, στους κήπους, άκουε τα πουλιά που κελαηδούν, πήγαινε στις εκκλησίες, όπου υγεία ψυχής και σώματος και δεν θα μετανοιώσεις από παράλογες ηδονές. Ο δεύτερος της Εκκλησίας μας θεολόγος, ο άγιος Γρηγόριος, θα πει: Όπως το αλμυρό νερό δεν σβήνει ποτέ τη δίψα έτσι και το ανόσιο βλέμμα που σταθμεύει στο αντικείμενο του πόθου αυξάνει την επιθυμία. Και ο Μ. Βασίλειος επιγραμματικά θα πει: Μην είσαι φιλοπερίεργος και θέλεις όλα να τα βλέπεις, όλα, γιατί θα δηλητηριάσεις το νου σου.
Ένα πάθος από το οποίο θέλει να προφυλάξει τη νεολαία ο απαθής Χρυσόστομος είναι ο θυμός. Το ονομάζει τύραννο και τυραννικό, φωτιά που κατακαίει τα πάντα, αισχρό, άτιμο, βλαπτικό, αηδιαστικό και μεγάλο κακό. Ο θυμός λέει, κατέστρεφε σπίτια, αρχαίες παραδόσεις, έκανε τους ανθρώπους σε σύντομο χρόνο δυστυχισμένους. Αλλού λέγει οι νέοι να μάθουν να μη παρασύροντα εύκολα από τον θυμό ακόμη και για μικρά πράγματα. Ανδρείος και γενναίος είναι όποιος αυτοσυγκρατείται, μακροθυμεί, ανέχεται και υποχωρεί ταπεινά. Ακόμη όποιος δεν θυμώνει στις δίκαιες παρατηρήσεις. Ο Χρυσόστομος μιλά και για χρήσιμο θυμό, όταν ο πατέρας θέλει να διορθώσει το παιδί του. Και ο Μ. Βασίλειος μιλά για ιερή και συνετή αγανάκτηση, αλλά και για ασύνετη. Η πρώτη θέλει να διορθώσει το αμάρτημα κι όχι να το δημοσιοποιήσει προς διαπόμπευση.
Κατά τον Χρυσόστομο ο πατέρας πρέπει νάναι δάσκαλος και ο δάσκαλος πατέρας. Ο λόγος τους θα πρέπει να είναι ειλικρινής, πειστικός, βιωματικός και ατόφιος. Το παράδειγμα θα παραμένει πάντοτε η πιο αποτελεσματική διδασκαλία. Ο υπέρμετρος θυμός των μεγάλων στα λάθη των νέων συνήθως δεν βοηθά. Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος υποστηρίζει τεκμηριωμένα ότι η υποχωρητικότητα η λελογισμένη μπορεί να βοηθήσει περισσότερο. Ο Μ. Βασίλειος στον κατά οργιζομένων λόγο του θα πει πως χρειάζεται μερικές φορές ο θυμός όπως πρέπει, όταν πρέπει και όποτε πρέπει, και δημιουργεί ανδρεία, υπομονή κι εγκράτεια, όταν όμως ενεργείται παράλογα γίνεται μανία. Ο άγιος Γρηγόριος στιγματίζει φοβερά τον δαιμονικό θυμό και λέγει πως ο θυμός ξεστομίζει λόγια που πληγώνουν, οι πληγές δημιουργούν τραύματα και τα τραύματα θανατώνουν.
Ο Χρυσόστομος νουθετεί στοργικά τους νέους και μιλά για απαραίτητη καταστολή του αχρείαστού θυμού και αντιπροτείνει τη σοφία της νηνεμίας, της νηφαλιότητος, της ηπιότητος και ημερότητος. Η υποχώρηση καλλιεργεί την ταπείνωση, ενώ η εμμονή την έπαρση. Ο Μ. Βασίλειος θεωρεί ως καλύτερη συγκράτηση από τον θυμό το να αισθάνεται ο άνθρωπος τη συνεχή και πανταχού παρουσία του Παντεπόπτου Θεού, γιατί ποιος θα τολμήσει να πράξει κάτι αντίθετο από αυτόν που τον παρατηρεί και λέει πως τον πιστεύει και αγαπά; Ο πραότατος και θειότατος Γρηγόριος πιστεύει και προτείνει στη μεταποίηση του πάθους σε αρετή κι εκθειάζει την αοργησία.
Οι τρεις μέγιστοι φωστήρες της Τρισηλίου θεότητος είναι υπέρ της σώφρονος ψυχαγωγίας και κατά του διασκορπισμού, της διασκεδάσεως των θεάτρων, των ιπποδρομιών και των ακολασιών. Ο Χρυσόστομος με αρκετά σκληρά λόγια αναφέρεται στα βλαπτικά ακούσματα, τ’ άσεμνα θεάματα και τις άκαιρες τέρψεις, που παρασύρουν τους νέους στη σαρκολατρεία. Ο Μ. Βασίλειος κατακεραυνώνει τ’ ακόλαστα θεάματα, που εξάπτουν τη φαντασία σε ασέλγειες και τα πορνικά άσματα που χαρίζουν ασχημοσύνη στις ψυχές. Το αυτό και ο καθαρότατος Γρηγόριος που θεωρεί μεγάλη ήττα του ανθρώπου να μη θέλει ν’ αντισταθεί στην ορμή προς τα θέατρα, τα ιπποδρόμια, τα κυνήγια και τα γήπεδα. Ο Χρυσόστομος επιμένει να εισηγείται για τους νέους αβλαβείς τέρψεις, επιλεγμένες συναναστροφές, αγάπη της φύσεως, επισκέψεις σε σοφούς και πνευματικούς ανθρώπους, αγαθές σχέσεις με τους γονείς. Προτείνει την ηθική, την αξιοπρέπεια, την τιμιότητα, την ειλικρίνεια, τη σωφροσύνη και το φιλάγαθο και φιλάρετο.
Σήμερα δυστυχώς, αγαπητοί μου, οι νέοι μας δεν ψυχαγωγούνται μα μόνο διασκεδάζουν. Δεν αγαπούν την ημέρα αλλά τη νύχτα, δεν τρέχουν στη φύση αλλά σε υπόγεια, καπνίζοντας. Δεν θέλγονται από την ησυχία αλλά από τον θόρυβο, δεν μελετούν παρά μόνο παρακολουθούν τηλεόραση και τον ηλεκτρονικό υπολογιστή. Παρασύρονται από το εύκολο, το άκοπο, το άμοχθο, το μοντέρνο, το διαφημιζόμενο, το γενικά επικρατούν, το συζητούμενο από τους πολλούς. Υποκύπτουν στην ψευτοχαρά, ψευτοπαρηγορούνται, εξαρτησιογονοποιούνται από μεθυστικές ουσίες και παράλογες ηδονές.
Σε αυτούς τους μαθητές και φοιτητές, τους νέους και τις νέες, τα παιδιά και τους εφήβους καλούμεθα να μιλήσουμε χαμηλόφωνα, διακριτικά, στοργικά, υπομονετικά κι επίμονα για μορφές υγιούς ψυχαγωγίας, για καλύτερη αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου, για αναστροφή με τη φύση, για απασχόληση με τον κλασικό αθλητισμό, για παρακολούθηση έργων αληθινής και υψηλής τέχνης, για σχέση με το εποικοδομητικό ανάγνωσμα και κύρια με τ’ αγιαστικά και χαριτόβρυτα ιερά μυστήρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας. Όλα αυτά μπορούν να λειτουργήσουν απελευθερωτικά, λυτρωτικά και για μας και για τα παιδιά μας, που μόνο να τ’ αγαπούμε μπορούμε. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος γίνεται πιο συγκεκριμένος. Ισχυροποιούν πνευματικά τον νέο η νηστεία, ο εκκλησιασμός και η προσευχή. Η νηστεία, λέγει, ταπεινώνει την ατίθαση σάρκα, χαλιναγωγεί τις βίαιες ορμές, καθαρίζει την ψυχή, φωτίζει το νου, συμβάλλει στο να διατηρηθεί η υγεία και είναι καλή μητέρα πολλών και πλούσιων αγαθών. Η νηστεία των τροφών θα πρέπει να συνδυάζεται με τη νηστεία των παράλογων φαντασιών, σκέψεων κι επιθυμιών. Η νηστεία είναι πράξη υπακοής και αγάπης κι όχι καταναγκαστική εργασία. Η νηστεία νάναι διακριτική, αδιαφήμιστη και ταπεινή.
Τον εκκλησιασμό θέλει, ο επιφανής αρχιεπίσκοπος της Κωνσταντινουπόλεως, συχνό και τακτικό, πρόθυμο και φιλότιμο, γιατί στο ναό τίθενται στα παιδιά τα θεμέλια της αρετής και διδάσκεται η κατά θεόν φιλοσοφία. Την προσευχή, ο πάντα προσευχόμενος ιεράρχης, θεωρεί έργο μεγάλης αξίας, την οποία πρέπει να μάθουν κι αγαπήσουν από νωρίς τα παιδιά, ακόμη κι ασυνειδητοποίητα, γιατί αποτελεί όπλο κατά του πονηρού, ασφάλεια, θησαυρό, λιμάνι, απόρθητο χωριό, καταφύγιο, φάρμακο, πηγή μυρίων αγαθών.
Κατά τον ιερό Χρυσόστομο ορισμένοι νέοι επιθυμούν από νωρίς ν’ απολαύσουν τα πάντα, ν’ ανέβουν σύντομα ψηλά, ν’ αποκτήσουν άκοπα πολλά βιαστικά, να γίνουν οικονομικά ανεξάρτητοι για να προχωρήσουν στον γάμο. Τα ίδια ακριβώς δεν συμβαίνουν και μετά 16 αιώνες; Χρειάζονται βέβαια όλα αυτά, λέει ο άγιος, αλλά η ψυχική καθαρότητα θα πρέπει νάχει πρώτη θέση στα επιτεύγματα. Οι γονείς θα πρέπει, συνεχίζει, να συνδράμουν στα τέκνα τους ν’ ακολουθήσουν την κλήση τους και να μη τα εμποδίσουν. Να συζητούν τα προβλήματα και τους προβληματισμούς τους, να ενδιαφέρονται για την πορεία τους, να τα συνδέουν με πρόσωπα ήθους, να νοιάζονται περισσότερο για το πνευματικό τους συμφέρον και λιγότερο για τον πλουτισμό, δίχως αυτό να σημαίνει την πλήρη περιφρόνηση των απαραίτητων υλικών αγαθών, να τα πλησιάζουν σε πνευματικούς πατέρες. Συνέχεια τονίζει αξεκούραστα ως επωδό: «Τίποτε καλύτερο της αρετής, τίποτε γλυκύτερο της κοσμιότητος, τίποτε της σεμνότητος πιο ποθεινό»! Για να συνεχίσει ο της διακρίσεως πατήρ: «Απόλαυσε λουτρά, γευμάτισε, πιες με συμμετρία κρασί, φάε και κρέας, κανείς δεν σ’ εμποδίζει, απ’ όλα δοκίμασε, μόνο απομακρύνσου από την αμαρτία»!
Ο ουρανοφάντωρ Μ. Βασίλειος ομολογεί ο ίδιος πως ιδιαίτερα σημαντική ήταν η αγωγή που έλαβε περί της εννοίας του Θεού από τη μητέρα του Εμμέλεια και τη γιαγιά του Μακρίνα. Εκείνες έριξαν τους πρώτους αγαθούς σπόρους κι εκείνος τις αύξησε. Δεν θέλησε ν’ αλλάξει τις αρχές που του παρέδωσαν, αλλά τις συνέχισε κι ολοκλήρωσε, γράφει σ’ επιστολή του προς τον Ευστάθιο Σεβαστείας. Στους “Όρους κατά Πλάτος” συστήνει πως αυτός που προΐσταται των νέων πρέπει να έχει εμπειρία καλή εκπαίδευση και ικανότητα ώστε διακριτικά να επιτιμά. Οι νέοι χρειάζονται, λέγει, ειδικό πρόγραμμα και ειδικές ασκήσεις. Να γίνεται συζήτηση μαζί τους, που έχουν το νου τους και που στρέφονται οι λογισμοί τους. Ένας νεανικός νους απλός και άδολος δύσκολα στρέφεται στο ψέμα και είναι ειλικρινής στους λόγους του. Με την ορθή καθοδήγηση αποφεύγει τις άτοπες σκέψεις και την αμαρτία. Η εύπλαστη και απαλή ψυχή είναι εύκολη στην άσκηση των αγαθών κι έτσι από νωρίς μαθαίνει το καλό.
Ο Μ. Βασίλειος τους διδασκάλους των νέων τους θέλει ως αλείπτες αθλητών και βλέποντας τους καλούς μαθητές μακαρίζει τους καλούς δασκάλους τους. Ο διδάσκαλος θα πρέπει πάντοτε να χρησιμοποιεί τον κατάλληλο τρόπο διδασκαλίας για κάθε περίπτωση. Όποιος διδάσκει και δεν ποιεί αυτά που λέγει δεν ωφελεί. Αυτός που διδάσκει καλό θα είναι πρώτα νάχει πραγματοποιήσει στον εαυτό του τα καλά που ζητά οι άλλοι να πράξουν. Η νεότητα χρειάζεται, θα γράψει στον Αμφιλόχιο, χαλινάρι και κατεύθυνση στον δρόμο της ευσεβείας, ο λόγος να της προξενεί παιδαγωγία προς αποφυγή του άτακτου τρόπου ζωής και να διεγείρει το νωθρό της ψυχής.
Ο Μ. Βασίλειος επειδή ελπίζει πολλά από τους νέους γίνεται ενίοτε αυστηρός δίχως ποτέ να παύει νάναι ρεαλιστής κι αληθινός. Έτσι σε μία ομιλία του στον Προφήτη Ησαΐα αναφέρει χαρακτηριστικά: Έχει μία ελαφρότητα η νεότητα κι ευκολομετακινείται προς τα φαύλα, επιθυμεί παράφορα, οργίζεται άγρια, αποθρασύνεται, υβρίζει, υπερηφανεύεται, εγωπαθεί, φθονεί τους ανώτερους, υποψιάζεται τους φίλους. Έχει αρκετά πάθη συνεζευγμένα η παρορμητική νεότητα. Ερμηνεύοντας τις παροιμίες θα πει πως δεν είναι πάντα εύκολη η παιδαγωγία. Είναι παιδεμός η παιδεία, η ωφέλιμη αγωγή στην ψυχή, είναι επίπονο το καθάρισμα των κηλίδων της κακίας από τη νεανική ψυχή. Στην αρχή ο κόπος δεν δίνει χαρά αλλά μάλλον λύπη, κατόπιν όμως, με τη διόρθωση έρχεται σωτήρια ειρήνη. Αλλού θα πει, την ευθύνη που έχει αυτός που συμβουλεύει και τη βοήθεια που λαμβάνει αυτός που συμβουλεύεται, γιατί άνθρωπος ασύμβουλος είναι σαν πλοίο ακυβέρνητο, που δέρνεται από τους διάφορους ανέμους. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος στον επιτάφιό του για τον Μ. Βασίλειο τον ονομάζει «παιδαγωγό της νεότητος». Θεωρείται και είναι πιο πρακτικός των δύο άλλων μεγάλων ιεραρχών και θεολόγων. Η παιδαγωγική του δεινότητα φαίνεται σε όλες τις ομιλίες του κύρια όμως σε δύο: «Προς τους νέους» και «Όπως ἂν εξ ἑλληνικῶν ὠφελοῖντο λόγων». Ο ιερός πατήρ δίνει μεγάλη σημασία στη χριστιανική παιδεία. Κατά τον Μ. Βασίλειο στην καλλιέργεια της ψυχής αποβλέπει η αληθινή παιδεία. Οι αρετές, λέγει, όπως η σωφροσύνη, η δικαιοσύνη, η ανδρεία και η φρόνηση είναι οικειότερες στην ψυχή απ’ ότι η υγεία στο σώμα. Αλλού σημειώνει πως έχουμε φυσικό κριτήριο να διακρίνουμε τα καλά από τα πονηρά. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι η κατόρθωση της αρετής είναι εύκολη. Μέσο και μέθοδος της αγωγής κατά τον ουρανοφάντορα Καππαδόκη είναι η διδασκαλία. Σκοπός της διδασκαλίας είναι η ομοίωση με τον Θεό, που επιτυγχάνεται με τη γνώση και η γνώση διά του λόγου της διδαχής. Η θύραθεν παιδεία συνδράμει προς τούτο όπως και η μελέτη της Αγίας Γραφής. Ο Μ. Βασίλειος θεωρεί την κλασσική παιδεία χρήσιμη για την είσοδο στην αληθινή σοφία του ευαγγελίου.
Κατά τον Μ. Βασίλειο το σχολείο πρέπει να είναι σε ήσυχο τόπο, ο διδάσκαλος να ελκύει την εμπιστοσύνη των μαθητών του, να είναι σαφής, σύντομος, όχι όμως πολύ, για να προλαβαίνουν οι μαθητές να συγκρατούν αυτά που λέγει, να μη λέει συγχρόνως πολλά θέματα, να επαναλαμβάνει κάποτε αυτά που λέγει, να μην προσπαθεί ν’ αποδείξει τ’ απλά, να χρησιμοποιεί εύστοχα παραδείγματα, να διδάσκει εποπτικά.
Κατά τον Μ. Βασίλειο η θρησκευτική αγωγή δεν αποβλέπει απλά στη μόρφωση αλλά στη μεταμόρφωση του νέου ανθρώπου και δεν είναι ένα έργο που μπορεί μόνος να πράξει κάποιος αλλά είναι απαραίτητη η συνδρομή του Αγίου Πνεύματος. Γενικά η αγωγή που παρουσιάζει ο Μ. Βασίλειος είναι χριστοκεντρική, είναι και επίκαιρη (Ηλίας Μουτσούλας).
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος μακαρίζει τους γονείς του για την ανατροφή του και ιδιαίτερα την αγία μητέρα του Νόννα. Με την Αγία Γραφή με μεγάλωσε, λέγει, και με πρόσφερε θυσία ζώσα στην Εκκλησία, όπως ο Αβραάμ κάποτε τον Ισαάκ. Με προσευχές με γέννησε και με την ευσέβεια με πλούτισε! Συμφωνεί και ο άγιος Γρηγόριος με τη διακριτική επίπληξη λέγοντας: Είναι πολύ καλύτερο να σε λυπήσω λίγο για να σε ωφελήσω πολύ, παρά επιδιώκοντας τα ευχάριστα να σε ζημιώσω στα βασικά. Τονίζει πως τα παιδιά επηρεάζονται από το παράδειγμα κι εύκολα μιμούνται: Αν βαδίζουν λοξά τα παιδιά των καβουριών, λέγει, είναι γιατί πήραν παράδειγμα το βάδισμα της μητέρας τους.
Ο άγιος Γρηγόριος δικαιολογημένα επιμένει για την πρώιμη αγωγή των νέων από την παιδική τους ηλικία: Είναι πιο εύκολο να γράφει κανείς την αλήθεια κατευθείαν στην ψυχή, σαν πάνω σε κερί, που ακόμη δεν έχει χαραχθεί, παρά να προσπαθεί να χαράξει τους λόγους της ευσεβείας πάνω σε πονηρές διδασκαλίες και δόγματα, γιατί τότε συγχέονται με τα δεύτερα και δεν υποτάσσονται σε αυτά τα πρώτα… Όταν όμως πρόκειται για την ψυχή, είναι προτιμότερο να έχει να κάνει κανείς με ψυχή που ποτέ δεν έχει σημαδέψει πονηρός λόγος, ούτε έχουν χαραχθεί μέσα της βαθειά τα γράμματα της κακίας. Γιατί τότε ο ευσεβής καλλιγράφος θα είχε να κάνει δύο εργασίες: Πρώτα να εξαφανίσει τα προηγούμενα γράμματα και κατόπιν να γράφει εκείνα που είναι δοκιμασμένα και αξίζουν να διατηρηθούν μόνιμα. Γιατί έχουν πολύ μεγάλη σημασία και για τα υπόλοιπα πάθη και για τον ίδιο τον λόγο τα σύμβολα και τα σημάδια της πονηρίας. Γι αυτό είναι τόσο σπουδαίο το έργο εκείνων που έχουν ως αποστολή τους τη διαπαιδαγώγηση και την προστασία της ψυχής.
Στη συνέχεια ο άγιος Γρηγόριος με χαριτωμένο τρόπο παρακινεί όλους να διδάσκουν πιο πολύ με τα έργα τους παρά με τα κούφια λόγια: «Ή να μη διδάσκεις ή να διδάσκεις με τον τρόπο που πρέπει. Μην τραβάς με το ένα χέρι και απωθείς με το άλλο. Θα χρειασθείς λιγότερα λόγια πράττοντας όσα πρέπει. Ο ζωγράφος διδάσκει περισσότερο με τις ζωγραφιές του». Και αλλού: «Μη θέλεις να με πείσεις με τα λόγια, αλλά με τα έργα. Μισώ τη διδασκαλία που είναι αντίθετη με τον τρόπο της ζωής». Ο ίδιος θα πει αυστηρά για τον εαυτό του: «Πίστευα ότι η πνευματική συνέπεια απαιτούσε πρώτα να καθαρίσω τον εαυτό μου με τη φιλοσοφία των έργων, στη συνέχεια να ανοίξω το στόμα της διανοίας για να δεχθώ το πνεύμα, και κατόπιν να διακηρύξω τον αγαθό λόγο και να κηρύττω την τέλεια σοφία του Θεού στους τέλειους».
Είναι γνωστή η σοφή ρήση πως όποιος είναι αληθινά σοφός λέει στη ζωή του πολλές φορές «δεν ξέρω». Η διδασκαλία πράγματι δεν είναι για όλους. Ο άγιος Γρηγόριος θα πει: «Είναι σπουδαίο πράγμα να διδάσκεις, αλλά η μαθητεία είναι πιο ασφαλής. Γιατί γίνεσαι ποιμένας, ενώ είσαι πρόβατο; Γιατί γίνεσαι κεφάλι, ενώ είσαι πόδι; Γιατί επιχειρείς να κάνεις τον στρατηγό, ενώ ανήκεις στην τάξη των στρατιωτών; Γιατί επιδιώκεις τα μεγάλα και θαλασσινά κέρδη, ενώ μπορείς να καλλιεργείς τη γη χωρίς κίνδυνο, έστω κι αν κερδίζεις λιγότερα;» Αξίζει θα πει αλλού να δένουμε τη γλώσσα και να λύνουμε την ακοή.
Ο άγιος Γρηγόριος διεκρίθη ως ο άνθρωπος της προσωπικής θυσίας, που τον ανέδειξε σε μεγάλη αγιοπατερική φυσιογνωμία, παρά το ασθενικό του σώμα. Υπήρξε επίμονος μαχητής της Εκκλησίας, μεγάλος ρήτορας, σπουδαίος θεολόγος, ήπιος, διαλλακτικός, συναινετικός, ειρηνικός και αποτελεσματικός. Είναι εντυπωσιακό και συνάμα αξιοθαύμαστο πως ένας φιλήσυχος και συνάμα αδύναμος σωματικά ποιμενάρχης κατόρθωσε να επηρεάσει τόσο πολύ τα πράγματα της Εκκλησίας και να επιτύχει τόσα πολλά και μεγάλα έργα σε μια ταραγμένη εποχή, ώστε να τιμάται σήμερα ως κορυφαίος θεολόγος της Εκκλησίας μας (Χρήστος Κρικώνης).
Οι άγιοι Τρεις Ιεράρχες χαρακτηρίζονται δίχως καμιά υπερβολή ως οικουμενικοί διδάσκαλοι της Εκκλησίας, μεγάλοι της παιδείας και του πολιτισμού, θεοφόροι και πάντα ταπεινοί. Οι Τρεις Ιεράρχες υπήρξαν θεωρητικοί και πρακτικοί διδάσκαλοι, ασκητικοί, νηπτικοί, καθαροί, προσευχόμενοι, θεόπτες, θεολόγοι. Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο είναι σπουδαίο πράγμα να μιλά κανείς για τον Θεό, αλλά σπουδαιότερο είναι η κάθαρση της ψυχής, γιατί σε ακάθαρτη ψυχή δεν κατοικεί η σοφία του Θεού. Την αυτή θεολογία καταθέτει και ο Μ. Βασίλειος και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο οποίος συχνά τονίζει πως ο διεφθαρμένος βίος γίνεται εμπόδιο στην κατανόηση των υψηλών δογμάτων και αληθειών της πίστεώς μας. Θα μπορούσαμε να πούμε πως η διδασκαλία των Τριών Ιεραρχών, όταν προσεγγίζεται από εμάς, με τις δικές τους όμως προϋποθέσεις, διευρύνουν βιωματικά τις καρδιές μας και τις κάνουν να γεύονται τη γλυκύτητα της Αλήθειας της Εκκλησίας (Δημήτριος Τσελεγγίδης).
Με την ελπίδα ότι δεν σας κουράζω πολύ και βλέποντας και την κλεψύδρα να ελαττώνεται δεν θα εισέλθω σ’ ένα επίλογο με ηθικά διδάγματα και βροντερά συμπεράσματα. Θα μου επιτρέψετε με πόνο κι αγάπη ν’ αναφέρω κάποιες διαπιστώσεις, που πιστεύω και σεις κάμνετε και προβληματίζεσθε και ανησυχείτε. Υποτονικός ο εορτασμός των προστατών των χριστιανικών ελληνικών γραμμάτων. Η διδασκαλία τους απουσιάζει εν πολλοίς από τα σχολικά βιβλία. Οι εικόνες τους δεν κοσμούν τα σχολεία. Μήπως μ’ επόμενη υπουργική εγκύκλιο θα καταργηθεί και η προσευχή; Η αποχριστιανοποίηση του ελληνικού σχολείου θα προσφέρει μια μεσοβέζικη αγωγή, την αποϊεροποίηση του προσώπου, την απονοηματοδότηση του βίου, από το βαθύ περιεχόμενο αυτού και θα έχουμε μεγαλύτερη ακόμη έξαρση του ατομισμού, της απομονώσεως, της μοναξιάς, του κυνηγητού του χρόνου, του χρήματος, της σάρκας, της ύλης, της φθοράς, της ματαιοπονίας και ματαιοδοξίας.
Τα φαινόμενα όμως κραυγάζουν πως και στη σύγχρονη εποχή απαιτείται από γονείς και δασχάλους να γίνουν γνήσιοι τροφοδότες όχι μόνο σωμάτων αλλά και ψυχών, ψυχών αθανάτων. Είναι ανάγκη ν’ αναπτυχθεί το πνεύμα της θυσίας και προσφοράς με το βιωμένο παράδειγμα των μεγάλων, με τους καρπούς του καθαρού εαυτού τους και του πνευματικού τους βίου. Είναι ανάγκη όλοι ν’ ασχοληθούμε περισσότερο χρόνο με τα παιδιά και τους νέους. Οι παιδικοί σταθμοί, τα νηπιαγωγεία, οι καλοπληρωμένες ή μη οικιακές βοηθοί, παρά τις χρήσιμες υπηρεσίες τους δεν αρκούν για να ικανοποιήσουν την απαραίτητη γονική προσφορά στα τέκνα τους. Είναι αλήθεια πως «κάθε μορφή αγωγής πρέπει να ανακαλύψει, και σ’ αυτό μπορεί να βοηθηθεί από την ορθόδοξη μαρτυρία, πως η αλήθεια αποκαλύπτεται και παραδίδεται μονάχα στην περιοχή της προσωπικής σχέσεως και κοινωνίας. Χωρίς αυτή την αναγνώριση κάθε μορφωτικό αγαθό χάνει την αξία του και έτσι η παιδαγωγία καταλήγει σε αναγκαστική τιθάσευση, οπότε και διαπιστώνεται η ολοκληρωτική χρεωκοπία της» (Κωνσταντίνος Γρηγοριάδης).
Επηρεασμένοι από τη θεοχαρίτωτη και σοφή αγωγή των αγίων Τριών Ιεραρχών επί των νέων είναι ανάγκη μεγάλη ν’ αντιτάξουμε στην απρόσωπη, ατομοκρατούμενη και τεχνοκρατούμενη εποχή μας, με την τόσο ωφελιμιστική και χρησιμοθηρική κοσμική νοοτροπία, τη χριστιανική αλήθεια της αγάπης και της ταπεινώσεως, με θυσιαστική διάθεση πάντα και ποτέ εξουσιαστική, αποστομωτική κι ανελεύθερη. Με τον τρόπο αυτό θα μυσταγωγήσουμε τις ψυχές των παιδιών και των νέων και δεν θα παρασυρθούμε από τον επικίνδυνο πειρασμό να προβούμε σε μια απλή διόρθωση του χαραχτήρα τους χρησιμοποιώντας ένα ανώδυνο και αβίωτό κήρυγμα, γιατί απλά έτσι πρέπει, από υποχρέωση και στείρο καθήκον.
Η μελέτη των Πατέρων της Εκκλησίας σε καλές μεταφράσεις θα ωφελούσαν τους νέους μας. Δάσκαλοι και γονείς να γίνουν αξιομίμητα πρότυπα για τους νέους που θα διδάσκουν με τα χρηστά τους ήθη και θα επηρεάζουν καλύτερα. Οι νέοι παραπονούνται, συχνά δίκαια, για έντονα στοιχεία υποκρισίας στη ζωή των μεγάλων. Οι νέοι θα βοηθηθούν αποκτώντας ηθικά εφόδια, υγιή πρότυπα, που θα καλλιεργούν την προσωπικότητα και τον χαρακτήρα τους και θα δημιουργούν υγιείς, ιερές και ωραίες σχέσεις με τους γονείς, με τους δασκάλους, με τους συμμαθητές τους και τους φίλους τους.
Η μνήμη των αγίων Τριών Ιεραρχών, Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Βασιλείου του Μεγάλου και Γρηγορίου του Θεολόγου, ας είναι για όλους μας αφυπνιστική, ανανεωτική και μεταμορφωτική. Ας μας οδηγήσει σε αυτό σε αυτοκριτική, σε επανατοποθετήσεις, σε αυστηρότητα προς εμάς και επιείκεια προς τους άλλους, σε ανάταση και υπομονή, σ’ ελπίδα και νοηματισμένη χαρά. Ευχαριστούμε ευγνώμονα τους αγίους για την προσφορά τους τη μεγάλη και στο θέμα μας, της αγωγής των αγαπητών μας νέων.